Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Σου ‘δωσα


Σου ‘δωσα


Σου ‘δωσα γλυκό από το βάζο
σου ’δωσα , ψυχής μου πεθυμιά
σου ‘διωξα το γκρίζο και το μαύρο
σου πέταξα τα πέπλα τα βαριά


Σου ‘φεξα τον δρόμο να περάσεις
σου ‘φεξα με γιόμα την αυγή
σου ‘δωσα νερό να ξεδιψάσεις
σου ‘φερα ψωμάκι και κρασί


Σου ‘γνεψα το χέρι προς τ ‘εσένα
σου ‘δειξα τον δρόμο να διαβείς
σου ‘λειψα σε χρόνια πεθαμένα
σου ‘λειψα κι ο πόνος μου ευθύς

Στο καλντερίμι


Στο καλντερίμι



Στο καλντερίμι το στενό ,απάγκιο , χρυσαφένιο
Οι γλάστρες με βασιλικό , γέλαγαν με το φως
Ο ήλιος το ‘λουζε συχνά , και βγαίναν οι κυράδες
Με ξέπλεκα μακριά μαλλιά , να κάνουν τεμενάδες


Στα παλικάρια που γοργά , με κάματο προβάλουν
Στο καλντερίμι που δειλά , το σούρουπο σιμώνει
Στέκονται στο παράθυρο , στα χείλη μέρας φέγγος
Μια δρασκελιά ο δρόμος τους , στου πόθου κάθε μέρο

Ορίζω τον ορίζοντα


Ορίζω τον ορίζοντα



Ορίζω τον ορίζοντα π’ αγναντεύω

ορίζω την γη που την πατώ

με τα αστέρια ξυπνώ και κοιμάμαι

δεν μπορώ πουθενά να κρυφτώ



Να αισθάνομαι λεύτερος θέλω

δίχως όρια τείχη , πατρίδα

να αισθάνομαι ξάστερος θέλω

και με ήλιου παντέχω , αχτίδα



Ορίζω την ανατολή και δύση

να ορίσω και το τέλος που θαρθεί

και μ’ «εν τούτω νίκα» τους εχθρούς

το πολιορκημένο κάστρο θα παρθεί